Η ανθεκτικότητα ως έννοια υπάρχει σε αρκετές επιστήμες. Στην επιστήμη της μηχανικής, περιγράφει την αντοχή των υλικών, στην οικολογία περιγράφει την αντοχή ενός οικοσυστήματος στις καταστροφές. Στην ψυχολογία, η έννοια της ψυχικής ανθεκτικότητας – resilience προέρχεται από το λατινικό “resilo” που σημαίνει την ανακρούω/ αναπηδώ προς τα πίσω. Επομένως, μπορούμε να ορίσουμε την ψυχική ανθεκτικότητα του ανθρώπου ως την ικανότητα του να ανταπεξέρχεται ικανοποιητικά στις αναποδιές και γενικότερα στις προκλήσεις της ζωής. Να λυγίζει αλλά όχι να σπάει!
Η ψυχική ανθεκτικότητα του ατόμου είναι η ικανότητα του να προσαρμόζεται στις αλλαγές και τις δυσκολίες, να βρίσκει καινούριες ισορροπίες και να διαχειρίζεται το άγχος που προκύπτει από την εκάστοτε καταπόνηση. Θεωρούμε δεδομένο ότι κατά τη διάρκεια της ζωής μας θα έρθουμε αντιμέτωποι με πολλών ειδών αναμετρήσεις και επίπονες καταστάσεις. Ο ψυχικά ανθεκτικός άνθρωπος θα καταφέρει να τα υπερβεί με επιτυχία, χωρίς να καταρρεύσει. Δεν αναμένουμε να μη δυσκολευτεί, αντίθετα μέσα από την αναγνώριση και την αποδοχή της δυσκολίας, ωριμάζουμε και γινόμαστε σοφότεροι.
Η Ψυχική ανθεκτικότητα με τη ματιά της συστημικής προσέγγισης
Η συστημική προσέγγιση υποστηρίζει ότι η ψυχική ανθεκτικότητα προκύπτει από έναν συνδυασμό γενετικών και περιβαλλοντικών παραγόντων. Κάθε άνθρωπος γεννιέται με μια ιδιοσυγκρασία (γονίδιο κάκτου σε αντίθεση με γονίδιο ορχιδέας). Καθώς αλληλεπιδρά με τα συστήματά του περιβάλλοντος (οικογένεια, σχολείο, κοινότητα, εργασιακό πλαίσιο, κοινωνία) αναπτύσσει μηχανισμούς προσαρμογής, επίλυσης προβλημάτων και διαχείρισης του στρες. Η ανθρώπινη σχέση, η επαφή και η σύνδεση του ατόμου με τους άλλους είναι οι βασικοί παράγοντες που διαμορφώνουν το χαρακτηριστικό της ψυχικής ανθεκτικότητας.
Είμαι ή δεν είμαι ψυχικά ανθεκτικός;
Πρέπει να επισημάνουμε ότι μπορεί σε διαφορετικά γεγονότα ζωής, περισσότερο ή λιγότερο ψυχοπιεστικά, ο ίδιος άνθρωπος να επιδεικνύει μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό ψυχικής ανθεκτικότητας. Με άλλα λόγια, ένας άνθρωπος μπορεί να εμφανίζει ψυχική ανθεκτικότητα σε έναν τομέα της ζωής του και όχι σε έναν άλλον. Μπορεί λόγου χάρη να ανταποκρίνεται εξαιρετικά στις εργασιακές αντιξοότητες και αλλαγές και να αδυνατεί να διαχειριστεί συναισθηματικά μια διαπροσωπική σύγκρουση. Συνεπώς, μπορούμε να συμπεράνουμε ότι η ψυχική ανθεκτικότητα δεν είναι μια στατική ικανότητα αλλά δυναμική και εξελισσόμενη. Επηρεάζεται θετικά ή αρνητικά από προστατευτικούς – ενισχυτικούς ή επιβαρυντικούς παράγοντες αντίστοιχα.
Βέβαια, δεν θα πρέπει να υποτιμήσουμε τον παράγοντα τύχη ως προς τον αριθμό και την ποιότητα των τραυματικών γεγονότων ζωής που μπορεί να επιδράσουν στον ψυχισμό του ατόμου. Είναι αναμενόμενο ότι όσο περισσότερα και σοβαρότερα είναι αυτά, τόσο πιο πιθανό είναι να λειτουργήσουν ως επιβάρυνση στον ψυχισμό του. Για παράδειγμα το χρόνιο στρες που βιώνει μεγάλη μερίδα του πληθυσμού στη σύγχρονη εποχή, δημιουργεί μια ψυχική ευαλωτότητα. Προκαλεί μια αδυναμία απόκρισης στο οξύ στρες που θα προκύψει από ένα συγκεκριμένο πολύ έντονο ψυχοπιεστικό γεγονός.
Ψυχική ανθεκτικότητα και προστατευτικοί παράγοντες
Οι προστατευτικοί παράγοντες αμβλύνουν τις δυσάρεστες κι αρνητικές συνέπειες που μπορεί να έχουν στην ψυχική υγεία τραυματικά γεγονότα και δύσκολες καταστάσεις. Διακρίνονται σε ατομικούς, οικογενειακούς, κοινωνικούς και περιβαλλοντικούς.
Οι ατομικοί παράγοντες αφορούν χαρακτηριστικά προσωπικότητας του ατόμου, όπως είναι ο δείκτης νοημοσύνης, ο αυτοέλεγχος, η συνέπεια, το χιούμορ. Οι οικογενειακοί παράγοντες αφορούν στη δομή και τη συνοχή της οικογένειας. Μια δεμένη οικογένεια, με διακριτούς ρόλους και κατανομή ευθυνών, με σαφή όρια μεταξύ γονιών και παιδιών και ανοιχτό δίαυλο επικοινωνίας, διαδραματίζει σπουδαίο ρόλο στην ψυχική ανθεκτικότητα των μελών της. Έπειτα, η διατήρηση ισχυρών κοινωνικών δεσμών και η ύπαρξη ενός υποστηρικτικού δικτύου με φίλους ενισχύει το αίσθημα του ανήκειν και την δόμηση της κοινωνικής ταυτότητας. Τέλος, η καλή οικονομική κατάσταση, η κουλτούρα και οι παραδόσεις που επιτρέπουν τους ανοιχτούς ορίζοντες και την προσαρμογή στην αλλαγή ενισχύουν την ψυχική ανθεκτικότητα.
Πώς μπορούμε να ενισχύσουμε την ψυχική ανθεκτικότητα;
Περιγράφοντας τους προστατευτικούς παράγοντες καταλαβαίνουμε ότι αυτοί αποτελούν τη βάση πάνω στη οποία οφείλουμε να κινηθούμε στη ζωή για να είμαστε ψυχικά υγιείς και ισορροπημένοι. Ενδεικτικά θα αναφερθούν μερικές ιδέες παρακάτω:
Αυτοφροντίδα – καλή διατροφή – ύπνος – άσκηση.
Η καλή σωματική υγεία είναι πρωταρχικής σημασίας στόχος προκειμένου να φροντίσουμε την ψυχική μας υγεία.
Αυτογνωσία – διαλογισμός.
Χρειαζόμαστε χρόνο για επαφή με τον εαυτό μας και τον εσωτερικό μας κόσμο. Αυτόν τον χρόνο πρέπει να μας τον δίνουμε. Η κάθε μέρα έχει τη δική της ξεχωριστή σημασία. Επομένως, είναι απαραίτητο να εστιάζουμε στο εδώ και τώρα, στο παρόν μας.
Προσωπικό νόημα – όραμα – σχέδιο ζωής.
Για τον καθένα μας, το νόημα είναι μια διαφορετική κατάσταση. Είναι όμως κοινή παραδοχή για όλους ότι έχουμε ανάγκη από νοηματοδότηση για να προχωράμε στη ζωή. Γινόμαστε πιο δυνατοί μέσα μας όταν έχουμε κάτι να περιμένουμε. Ένα όραμα, ένα σχέδιο, κάτι ωραίο, κάτι που θα μας γεμίσει, άλλοτε μικρό, άλλοτε πιο μεγάλο.
Ρεαλισμός – αναζήτηση στρατηγικών επίλυσης προβλημάτων.
Είναι σημαντικό να μπορούμε να ερμηνεύουμε τα πράγματα όπως είναι στην πραγματικότητα. Δεν είναι απαραίτητο δηλαδή να βλέπουμε το ποτήρι μισογεμάτο, φυσικά ούτε μισοάδειο. Το ζητούμενο είναι να βλέπουμε ότι το ποτήρι έχει νερό μέχρι τη μέση. Με αυτόν τον τρόπο θα ξεδιπλώσουμε τις σκέψεις και τις ιδέες μας για την ψύχραιμη αντιμετώπιση μιας δυσκολίας. Φυσικά αν μπορούμε να είμαστε συγκρατημένα αισιόδοξοι και ρεαλιστές θα ήταν το ιδανικό!
Προσαρμοστικότητα – ευελιξία.
Ο άνθρωπος από τη στιγμή που γεννιέται βρίσκεται σε διαδικασία εξέλιξης. Συνεπώς η αλλαγή είναι συνυφασμένη με την ανθρώπινη φύση. Αν αποδεχθούμε την αλλαγή δε σημαίνει ότι δε θα πενθούμε για τις απώλειες που συναντούμε στον δρόμο μας. Θα είμαστε κάπως πιο συμφιλιωμένοι με το ενδεχόμενο να βιώσουμε πόνο, αλλά αυτός ο πόνος δε θα σημαίνει κατάρρευση.
Σχέσεις – αγάπη – αυθεντικότητα.
Δεν μπορούμε να αναφερόμαστε σε ψυχική ανθεκτικότητα και ψυχική υγεία χωρίς να συμπεριλάβουμε τη θεμελιώδη ανάγκη του ανθρώπου, που είναι η επαφή με τον άλλον άνθρωπο. Έχουμε άλλη εσωτερική δύναμη όταν επικοινωνούμε ουσιαστικά, όταν μπορούμε να αγαπάμε και να αγαπιόμαστε αληθινά.